«The Dreamers»
(Οι Ονειροπόλοι)
του Gilbert
Adair
Πρόκειται για ένα έργο περί πολιτικής, ερωτισμού, πάθους για τον κινηματογράφο, με ανατρεπτικό χιούμορ, τοποθετημένο στην έκρηξη του γαλλικού Μάη του ᾽68.
Υπόθεση
Παρίσι, Μάης του ᾽68. Ένας Αμερικάνος φοιτητής ο Μάθιου περνάει το μεγαλύτερο μέρος από τον ελεύθερο χρόνο του παρακολουθώντας ταινίες στην Ταινιοθήκη της Γαλλίας. Εκεί θα γνωρίσει δύο αδέρφια, τον Τεό και την Ιζαμπέλ, και θα ξεκινήσει μαζί τους ένα περιπετειώδες παιχνίδι υπαρξιακών και σινεφίλ αναζητήσεων, ενώ παράλληλα συμμετέχουν στην εξέγερση του Μάη του ’68.
Η ταυτότητα της παράστασης
Μετάφραση - διασκευή : Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Σκηνοθεσία : ΠέρηςΜιχαηλίδης
Κοστούμια : Δέσποινα Χειμώνα
Μουσική σύνθεση : ΔημήτρηςΔημάκης
Φωτογράφιση - βίντεο : Χλόη Ακριθάκη
Χορογραφία : Μαρία Μάργαρη
Βοηθός σκηνοθέτη : Ειρήνη Παραπαρέκη
Επικοινωνία : Νατάσα Παππά
Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί :
Μπάμπης Αθανασόπουλος, Βιβή Λέκκα, Δημήτρης Δημάκης
Στο βίντεο παίζει ο Γιώργος -Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πληροφορίες παράστασης
Χώρος : Θέατρο Φούρνος (Μαυρομιχάλη 168, Αθήνα 114 72)
Τηλ.: 210 6460748 / https://fournos-culture.gr/el/
Ημέρες & ώρα παραστάσεων: Δευτέρα στις 21:00, Τρίτη στις 21:00
Τιμές εισιτηρίων : 12 ευρώ(κανονικό), 10 ευρώ (φοιτητικό, ανέργων, θεατών άνω των 65 ετών), 8 ευρώ (ατέλειες)
Διάρκεια παράστασης : 50 λεπτά
Συνέντευξη στο DOCUMENTO και την Ειρήνη Δρίβα
Πέρης
Μιχαηλίδης: Ο αγώνας των σπουδαστών των δραματικών σχολών ήταν η αφορμή για το
«The Dreamers»
Μέσα από τις ζωές τριών
νέων ανθρώπων στο «The Dreamers» παρακολουθούμε τις κοινωνικοπολιτικές
εξελίξεις όπως διαμορφώθηκαν τον Μάη του ΄68. Γιατί τώρα αυτό το έργο;
Το
χειμώνα που μας πέρασε βρέθηκα έξω από το Εθνικό θέατρο κτήριο του Τσίλλερ που
το είχαν καταλάβει οι σπουδαστές των δραματικών σχολών διαμαρτυρόμενοι για την
εξίσωση των πτυχίων μας με τα πτυχία της Γ’ Λυκείου. Εκεί είδα τον αγωνιστικό
παλμό των νέων παιδιών να διεκδικούν με αποφασιστικότητα τα αιτήματά τους,
τραγουδώντας Χατζιδάκι και Θεοδωράκη κι άλλοτε απαγγέλλοντας ποιήματα του
Αναγνωστάκη, του Ρίτσου και δικά τους. Αυτό ήταν πολύ συγκινητικό και σκέφτηκα
ότι είναι σημαντικό να φέρουμε στη σκηνή ενός θεάτρου την ελπίδα μιας ολόκληρης
γενιάς φοιτητών, την «έφοδο στην ουτοπία» που εκφράστηκε με τον Μάη του ’68.
Επίσης αυτό τον καιρό κυκλοφορούν στη Αθήνα δυο σκηνοθέτες που εκτιμώ πολύ, ο
Κουστουρίτσα που δήλωσε ότι «όταν ξεκινήσαμε να κάνουμε σινεμά θέλαμε να
αλλάξουμε τον κόσμο» και «οι πραγματικοί καλλιτέχνες είναι με το μέρος της
δικαιοσύνης» κι ο Μπομπ Ουίλσον ο οποίος δήλωσε ότι «Δεν πρέπει να κάνουμε
θέατρο αν δεν μπορούμε να γελάσουμε». Αυτά με ώθησαν να φορέσω πάλι το αμπέχονο
του σκηνοθέτη, να συνεργαστώ με τον Ίκαρο Μπαμπασάκη που διασκεύασε το έργο του
Γκιλμπερτ Αντερ και να κάνω μια παράσταση βαθιά σινεφίλ που θίγει το ζήτημα της
κοινωνικής δικαιοσύνης, με χιούμορ αλλά και με μήνυμα όπως λέγαμε παλιά.
Θα υπάρξουν αναφορές
και στην χαρακτηριστική σκηνή του «Bande a part» με τους τρεις νέους να τρέχουν
στο Λούβρο;
Ολόκληρη
η ταινία «Bande a part» του Γκοντάρ και φυσικά η συγκεκριμένη σκηνή είναι
οδηγός για την παράσταση: δυο αγόρια κι ένα κορίτσι περιπλανώνται στο
εξεγερμένο Παρίσι μέσα από σινεφίλ αναφορές όπως κι οι περισσότερες ταινίες του
Γκοντάρ εκείνης της περιόδου. Η παράσταση γενικά ακολουθεί το στυλ του Γκοντάρ
στη δομή και την εξέλιξη, αυτό που έφερε η νουβέλ βαγκ στο μοντάζ των ταινιών,
δηλαδή την αντίστιξη, ( jump cuts ) την ασυνέχεια, την κυνική επίθεση στη
φόρμα, αλλά παράλληλα μένει προσηλωμένη στην αφήγηση και την ευαισθησία. Κι
όσον αφορά το περιεχόμενο η παράσταση ακολουθεί την επιρροή του Γκοντάρ από τον
Μπρεχτ και χρησιμοποιεί διάφορα είδη όπως φιλμ νουάρ, βαριετέ, θέατρο
ντοκουμέντο με έφεση στο ανατρεπτικό χιούμορ.
Στο κείμενο του
Γκίλμπερτ Αντέρ και έπειτα στην ταινία του Μπερτολούτσι η ανάγκη για κοινωνική
δικαιοσύνη είναι αν όχι επιτακτική σίγουρα επιβεβλημένη. Υπάρχει δικαιοσύνη
στις μέρες μας; Νιώθετε τα συνθήματα του Μάη του ΄68 να θέλουν πάλι να
ακουστούν;
Μερικά
από τα συνθήματα που γράφτηκαν στους τοίχους του Παρισιού ήταν «κάτω από το
λιθόστρωτο είναι η παραλία», «φαντασία στην εξουσία», «γρήγορα απλώς γρήγορα,
τίποτε άλλο, γρήγορα». Και στη συνέχεια όλα όσα προσπάθησε κι ονειρεύτηκε η
καταστασιακή διεθνής επηρεασμένη από τη ντανταϊστική επιθετικότητα και τα
κείμενα του Χέγκελ και του Μαρξ. Το κείμενο του Γκυ Ντεμπορ «Η κοινωνία του
θεάματος» ενορχήστρωσε θεωρητικά αυτή την παράφορη ποίηση της γιορτής μαζί με
το Σαρτρ τον Φουκώ τον Ζενέ κι ένα μεγάλο μέρος της γαλλικής διανόησης. Τα
συνθήματα της εξέγερσης του Μάη του ’68 ανήκουν στην εποχή τους, σήμερα
χρειάζονται διαφορετικές πολιτικές προσεγγίσεις.
Γράφετε στο σημείωμα
σας πως η παράσταση είναι αφιερωμένη στη nouvelle vague των Ζαν-Λυκ
Γκοντάρ και Φρανσουά Τρυφώ αλλά και στον έρωτα, στα χαμένα όνειρα. Μπορεί
ποτέ τα όνειρα να είναι χαμένα;
Η
nouvelle vague o Γκοντάρ ο Τρυφώ, το free cinema στην Αγγλία και στην πατρίδα
μας ο Αγγελόπουλος, ο Χατζιδάκις, ο Κουν, ο Ρίτσος, ο Καμπανέλλης
πρόσφεραν στην τέχνη, αυτό που ακολούθησε είναι τα χαμένα όνειρα..
Και ο έρωτας; Χαμένος
και αυτός;
Η
ταινία του Παβλικόφσκι «Ψυχρός πόλεμος» και ταινία του Ακι Καουρισμάκι «Πεσμένα
φύλλα» μου θύμισαν τι σημαίνει παράφορος έρωτας η πρώτη, κι δεύτερη τι σημαίνει
ενσυναίσθηση κι αλληλεγγύη, κατά τα άλλα «ο έρωτας δεν διαρκεί πολύ και
μετατρέπεται σε αξιοπρεπή αγάπη» κατά τον Ιρβιν Γιάλομ κι απαντάται κυρίως
στους ρομαντικούς Βολφανγκ Γκαίτε, Γκούσταβ Μαλερ και φυσικά στον
Δημήτρη Μητροπάνο.
Επιστροφή στο Θέατρο
Φούρνος μετά από πολλά χρόνια όταν ακόμα σκηνοθετούσατε και παίζατε με την
εταιρεία Θεάτρου Μηχανή. Καλλιτεχνικός επαναπατρισμός ή πολιτική στάση
να παίξετε σε μια πιο μικρή Σκηνή;
Δεν
έκρυψα ποτέ την αγάπη μου και την αφοσίωσή μου στις «μικρές» σκηνές και
αγωνίστηκα το ’14 για να μην τις κλείσουν… Στη διαδρομή μου υπάρχει το θεατρικό
μου σπίτι που είναι το Κρατικό θέατρο βορείου Ελλάδος και η ιστορική εταιρεία
«θεάτρου Μηχανή» με την οποία ξεκίνησα από το Φούρνο το ’92, μετά το θέατρο
Μηχανή – Booze το ’96, αργότερα στο Beton7 και σε αντίστοιχους χώρους. Τώρα
επιστροφή στον τόπο που ξεκίνησαν όλα επηρεασμένος πάντα από αντίστοιχες
κινήσεις στην Αγγλία και τη Γαλλία του ’70 για ένα θέατρο χωρίς επιδότηση, με
μια μικρή χορηγία και συγκινητική στήριξη από τρεις νέους ηθοποιούς κι όλους
τους συνεργάτες που συμμετέχουν στην παράσταση να μου αποδεικνύουν κάθε μέρα
ότι για να κάνεις θέατρο -όπως το ονειρεύεσαι -τα λεφτά δεν είναι η προτεραιότητα.
Μπορεί αυτό να είναι για μένα ο απόηχος της ρομαντικής εποχής που περιγράφει το
έργο που παρουσιάζω κι ο «Φούρνος» με τους ανθρώπους του – γι’ αυτό και τον
επέλεξα- έχει τη ρομαντική διαδρομή στα 31 χρόνια που λειτουργεί για να δεχτεί
και να στηρίξει αυτή την παράσταση ως καλλιτεχνική πράξη.
Στο «Ναυάγιο» υποδύεστε
τον κακό της ιστορίας. Μια σειρά μυθοπλασίας που όμως βασίζεται στο αληθινό
ναυάγιο του πλοίου «Ηράκλειον» στη Φαλκονέρα. Θέλω να μου πείτε για τον ρόλο
σας και αν τελικά θα υπάρξει δικαίωση
Το
’66 μόλις είχαμε έρθει από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου όταν συνέβη το ναυάγιο
του Ηράκλειον στη Φαλκονέρα, όλη η εποχή τότε σημαδεύτηκε από αυτό το γεγονός.
Σήμερα συναντώ ανθρώπους στο δρόμο- γιατί η σειρά έχει τεράστια λαϊκή απήχηση –
που μου διηγούνται για συγγενείς τους που χάθηκαν στο ναυάγιο, μια υπόθεση
απόλυτης ασυνειδησίας κι αμοραλισμού. Εγώ ερμηνεύω τον πλοιοκτήτη της εταιρείας
και στα σχόλια στο διαδίκτυο εισπράττω όλη την αγανάκτηση και την αποστροφή των
απλών ανθρώπων που παρακολουθούν το σήριαλ δηλαδή ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται
στα Τέμπη όπως χαρακτηριστικά επισημαίνουν. Όσον αφορά τη δικαίωση ας
αναζητήσουμε στον ημερήσιο Τύπο της εποχής και θα διαπιστώσουμε αν υπήρξε
δικαίωση για ένα βαπόρι που ταξίδευε χωρίς άδεια όπως χαρακτηριστικά ομολόγησε
ο Βασιλείου, ο ρόλος που ερμηνεύω.
Ταυτότητα Παράστασης
Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί
:
Μπάμπης
Αθανασόπουλος, Βιβή Λέκκα, Δημήτρης Δημάκης
Στο
βίντεο παίζει ο Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης
Ημέρες
& ώρα παραστάσεων : Δευτέρα στις 21:00, Τρίτη στις 21:00
Πέρης Μιχαηλίδης: Ο αγώνας των σπουδαστών των δραματικών σχολών ήταν η αφορμή για το «The Dreamers»
DOCVILLE - Ειρήνη Δρίβα - 05.12.2023
Η συζήτηση μας με τον
Πέρη Μιχαηλίδη χρειάστηκε να διακοπεί αρκετές φορές από τα γέλια και τις
συνεχείς αναφορές στον κινηματογράφο που τόσο αγαπάει. Κατόπιν προτροπής του
είδα τα «Πεσμένα φύλλα» του Ακι Καουρισμάκι και είχε δίκιο που μου μίλησε για
ποίηση. Φέτος, επιστρέφει στο Θέατρο
Φούρνος σκηνοθετώντας το «The Dreamers». Ένα οδοιπορικό στο Παρίσι του ’68 με
έντονες σινεφίλ αναφορές αλλά και μουσικές της εποχής που ερμηνεύονται ζωντανά
στη σκηνή. Μια βουτιά στη nouvelle vague των Φρασνσουά Τρυφώ και Ζαν-Λυκ
Γκοντάρ. Την προηγούμενη χρονιά βρέθηκε στο πλευρό των σπουδαστών των
δραματικών σχολών και συγκινήθηκε από το πάθος τους. Αυτό στάθηκε και η αφορμή
της παράστασης. Ως ηθοποιός και σκηνοθέτης εργάστηκε για χρόνια στο ΚΘΒΕ, στο
Εθνικό, στα περισσότερα ΔΗΠΕΘΕ αλλά και στο ελεύθερο θέατρο. Στο «Ναυάγιο» του
Mega υποδύεται τον πλοιοκτήτη. Ένας ρόλος εντελώς κόντρα σε ό,τι ο ίδιος
πρεσβεύει. Υπάρχει μια περίεργη ιστορία που τον συνδέει με αυτό το ναυάγιο. Η
άφιξη του στην Ελλάδα από την Αλεξάνδρεια σημαδεύτηκε από αυτό το γεγονός. Ίσως
για αυτό σε όλη του τη ζωή αγωνίζεται για δικαίωση.
Μέσα από τις ζωές
τριών νέων ανθρώπων στο «The Dreamers» παρακολουθούμε τις κοινωνικοπολιτικές
εξελίξεις όπως διαμορφώθηκαν τον Μάη του ΄68. Γιατί τώρα αυτό το έργο;
Το χειμώνα που μας
πέρασε βρέθηκα έξω από το Εθνικό θέατρο κτήριο του Τσίλλερ που το είχαν
καταλάβει οι σπουδαστές των δραματικών σχολών διαμαρτυρόμενοι για την εξίσωση
των πτυχίων μας με τα πτυχία της Γ’ Λυκείου. Εκεί είδα τον αγωνιστικό παλμό των
νέων παιδιών να διεκδικούν με αποφασιστικότητα τα αιτήματά τους, τραγουδώντας
Χατζιδάκι και Θεοδωράκη κι άλλοτε απαγγέλλοντας ποιήματα του Αναγνωστάκη, του
Ρίτσου και δικά τους. Aυτό ήταν πολύ συγκινητικό και σκέφτηκα ότι είναι
σημαντικό να φέρουμε στη σκηνή ενός θεάτρου την ελπίδα μιας ολόκληρης γενιάς
φοιτητών, την «έφοδο στην ουτοπία» που εκφράστηκε με τον Μάη του ’68. Επίσης
αυτό τον καιρό κυκλοφορούν στη Αθήνα δυο σκηνοθέτες που εκτιμώ πολύ, ο
Κουστουρίτσα που δήλωσε ότι «όταν ξεκινήσαμε να κάνουμε σινεμά θέλαμε να
αλλάξουμε τον κόσμο» και «οι πραγματικοί καλλιτέχνες είναι με το μέρος της
δικαιοσύνης» κι ο Μπομπ Ουίλσον ο οποίος δήλωσε ότι «Δεν πρέπει να κάνουμε
θέατρο αν δεν μπορούμε να γελάσουμε». Αυτά με ώθησαν να φορέσω πάλι το αμπέχονο
του σκηνοθέτη, να συνεργαστώ με τον Ίκαρο Μπαμπασάκη που διασκεύασε το έργο του
Γκιλμπερτ Αντερ και να κάνω μια παράσταση βαθιά σινεφίλ που θίγει το ζήτημα της
κοινωνικής δικαιοσύνης, με χιούμορ αλλά και με μήνυμα όπως λέγαμε παλιά.
Θα υπάρξουν αναφορές
και στην χαρακτηριστική σκηνή του «Bande a part» με τους τρεις νέους να τρέχουν
στο Λούβρο;
Ολόκληρη η ταινία
«Bande a part» του Γκοντάρ και φυσικά η συγκεκριμένη σκηνή είναι οδηγός για την
παράσταση: δυο αγόρια κι ένα κορίτσι περιπλανώνται στο εξεγερμένο Παρίσι μέσα
από σινεφίλ αναφορές όπως κι οι περισσότερες ταινίες του Γκοντάρ εκείνης της περιόδου.
Η παράσταση γενικά ακολουθεί το στυλ του Γκοντάρ στη δομή και την εξέλιξη, αυτό
που έφερε η νουβέλ βαγκ στο μοντάζ των ταινιών, δηλαδή την αντίστιξη, ( jump
cuts ) την ασυνέχεια, την κυνική επίθεση στη φόρμα, αλλά παράλληλα μένει
προσηλωμένη στην αφήγηση και την ευαισθησία. Κι όσον αφορά το περιεχόμενο η
παράσταση ακολουθεί την επιρροή του Γκοντάρ από τον Μπρεχτ και
χρησιμοποιεί διάφορα είδη όπως φιλμ
νουάρ, βαριετέ, θέατρο ντοκουμέντο με έφεση στο ανατρεπτικό χιούμορ.
Στο κείμενο του
Γκίλμπερτ Αντέρ και έπειτα στην ταινία του Μπερτολούτσι η ανάγκη για κοινωνική
δικαιοσύνη είναι αν όχι επιτακτική σίγουρα επιβεβλημένη. Υπάρχει δικαιοσύνη
στις μέρες μας; Νιώθετε τα συνθήματα του Μάη του ΄68 να θέλουν πάλι να
ακουστούν;
Μερικά από τα
συνθήματα που γράφτηκαν στους τοίχους του Παρισιού ήταν «κάτω από το λιθόστρωτο
είναι η παραλία», «φαντασία στην εξουσία», «γρήγορα απλώς γρήγορα, τίποτε άλλο,
γρήγορα». Και στη συνέχεια όλα όσα προσπάθησε κι ονειρεύτηκε η καταστασιακή
διεθνής επηρεασμένη από τη ντανταϊστική επιθετικότητα και τα κείμενα του Χέγκελ
και του Μαρξ. Το κείμενο του Γκυ Ντεμπορ «Η κοινωνία του θεάματος» ενορχήστρωσε
θεωρητικά αυτή την παράφορη ποίηση της γιορτής μαζί με το Σάρτρ τον Φουκώ τον
Ζενέ κι ένα μεγάλο μέρος της γαλλικής διανόησης. Τα συνθήματα της εξέγερσης του
Μάη του ’68 ανήκουν στην εποχή τους,
σήμερα χρειάζονται διαφορετικές πολιτικές προσεγγίσεις.
Γράφετε στο σημείωμα
σας πως η παράσταση είναι αφιερωμένη στη nouvelle vague των Ζαν-Λυκ Γκοντάρ και
Φρανσουά Τρυφώ αλλά και στον έρωτα, στα χαμένα όνειρα. Μπορεί ποτέ τα όνειρα να
είναι χαμένα;
Η nouvelle vague o
Γκοντάρ ο Τρυφώ, το free cinema στην Αγγλία και στην πατρίδα μας ο Αγγελόπουλος, ο Χατζιδάκις, ο Κουν, ο
Ρίτσος, ο Καμπανέλλης πρόσφεραν στην
τέχνη, αυτό που ακολούθησε είναι τα χαμένα όνειρα..
Και ο έρωτας; Χαμένος
και αυτός;
Η ταινία του
Παβλικόφσκι «Ψυχρός πόλεμος» και ταινία του Ακι Καουρισμάκι «Πεσμένα φύλλα» μου
θύμισαν τι σημαίνει παράφορος έρωτας η πρώτη, κι δεύτερη τι σημαίνει
ενσυναίσθηση κι αλληλεγγύη, κατά τα άλλα
«ο έρωτας δεν διαρκεί πολύ και μετατρέπεται σε αξιοπρεπή αγάπη» κατά τον Ιρβιν
Γιάλομ κι απαντάται κυρίως στους ρομαντικούς Βολφανγκ Γκαίτε, Γκούσταβ Μαλερ και φυσικά στον Δημήτρη Μητροπάνο.
Επιστροφή στο Θέατρο
Φούρνος μετά από πολλά χρόνια όταν ακόμα σκηνοθετούσατε και παίζατε με την
εταιρεία Θεάτρου Μηχανή. Καλλιτεχνικός επαναπατρισμός ή πολιτική στάση να
παίξετε σε μια πιο μικρή Σκηνή;
Δεν έκρυψα ποτέ την αγάπη μου και την αφοσίωσή μου στις
«μικρές» σκηνές και αγωνίστηκα το ’14 για να μην τις κλείσουν… Στη διαδρομή μου
υπάρχει το θεατρικό μου σπίτι που είναι το Κρατικό θέατρο βορείου Ελλάδος και η
ιστορική εταιρεία «θεάτρου Μηχανή» με την οποία ξεκίνησα από το Φούρνο το ’92,
μετά το θέατρο Μηχανή – Booze το ’96, αργότερα στο Beton7 και σε αντίστοιχους
χώρους. Τώρα επιστροφή στον τόπο που ξεκίνησαν όλα επηρεασμένος πάντα από
αντίστοιχες κινήσεις στην Αγγλία και τη Γαλλία του ’70 για ένα θέατρο χωρίς
επιδότηση, με μια μικρή χορηγία και συγκινητική στήριξη από τρεις νέους
ηθοποιούς κι όλους τους συνεργάτες που συμμετέχουν στην παράσταση να μου
αποδεικνύουν κάθε μέρα ότι για να κάνεις θέατρο -όπως το ονειρεύεσαι -τα λεφτά
δεν είναι η προτεραιότητα. Μπορεί αυτό να είναι για μένα ο απόηχος της
ρομαντικής εποχής που περιγράφει το έργο που παρουσιάζω κι ο «Φούρνος» με τους
ανθρώπους του – γι’ αυτό και τον επέλεξα- έχει τη ρομαντική διαδρομή στα 31
χρόνια που λειτουργεί για να δεχτεί και να στηρίξει αυτή την παράσταση ως
καλλιτεχνική πράξη.
Στο «Ναυάγιο»
υποδύεστε τον κακό της ιστορίας. Μια σειρά μυθοπλασίας που όμως βασίζεται στο
αληθινό ναυάγιο του πλοίου «Ηράκλειον» στη Φαλκονέρα. Θέλω να μου πείτε για τον
ρόλο σας και αν τελικά θα υπάρξει δικαίωση.
Το ’66 μόλις είχαμε
έρθει από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου όταν συνέβη το ναυάγιο του Ηράκλειον στη
Φαλκονέρα, όλη η εποχή τότε σημαδεύτηκε από αυτό το γεγονός. Σήμερα συναντώ
ανθρώπους στο δρόμο- γιατί η σειρά έχει τεράστια λαϊκή απήχηση – που μου διηγούνται
για συγγενείς τους που χάθηκαν στο ναυάγιο, μια υπόθεση απόλυτης ασυνειδησίας
κι αμοραλισμού. Εγώ ερμηνεύω τον πλοιοκτήτη της εταιρείας και στα σχόλια στο
διαδίκτυο εισπράττω όλη την αγανάκτηση και την αποστροφή των απλών ανθρώπων που
παρακολουθούν το σήριαλ δηλαδή ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται στα Τέμπη όπως
χαρακτηριστικά επισημαίνουν. Όσον αφορά τη δικαίωση ας αναζητήσουμε στον
ημερήσιο Τύπο της εποχής και θα διαπιστώσουμε αν υπήρξε δικαίωση για ένα βαπόρι
που ταξίδευε χωρίς άδεια όπως χαρακτηριστικά ομολόγησε ο Βασιλείου, ο ρόλος που
ερμηνεύω.
Ταυτότητα Παράστασης
Μετάφραση – διασκευή :
Γιώργος -Ίκαρος Μπαμπασάκης
Σκηνοθεσία : Πέρης
Μιχαηλίδης
Κοστούμια : Δέσποινα
Χειμώνα
Μουσική σύνθεση :
Δημήτρης Δημάκης
Φωτογράφιση – βίντεο :
Χλόη Ακριθάκη
Χορογραφία : Μαρία
Μάργαρη
Βοηθός σκηνοθέτη :
Ειρήνη Παραπαρέκη
Επικοινωνία : Νατάσα
Παππά
Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί
:
Μπάμπης Αθανασόπουλος,
Βιβή Λέκκα, Δημήτρης Δημάκης
Στο βίντεο παίζει ο
Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης
Χώρος : Θέατρο Φούρνος
(Μαυρομιχάλη 168, Αθήνα 114 72)
Τηλ.: 210 6460748
Ημέρες & ώρα
παραστάσεων : Δευτέρα στις 21:00, Τρίτη στις 21:00
Τιμές εισιτηρίων : 12
ευρώ (κανονικό), 10 ευρώ (φοιτητικό, ανέργων, θεατών άνω των 65 ετών), 8 ευρώ
(ατέλειες)
Διάρκεια παράστασης :
50 λεπτά
Πέρης Μιχαηλίδης: Ζούμε το τέλος της «εφόδου στην ουτοπία»
Κοσμοδρόμιο - 23/12/2023 - Βαγγέλης Μαρινάκης
Ο σκηνοθέτης Πέρης
Μιχαηλίδης μιλάει για το έργο του Gilbert Adair «The Dreamers» που παρουσιάζει
στο Θέατρο Φούρνος.
Ο σκηνοθέτης Πέρης Μιχαηλίδης μιλάει στο Κοσμοδρόμιο για το έργο του Gilbert Adair «The Dreamers» που παρουσιάζει στο Θέατρο Φούρνος, ένα οδοιπορικό στην έκρηξη του γαλλικού Μάη του ᾽68, με έντονες σινεφίλ αναφορές αλλά και μουσικές της εποχής που ερμηνεύονται ζωντανά στη σκηνή και δραματουργικό «όχημα» την περιπετειώδη σχέση τριών νέων της περιόδου.
Πώς σας ήρθε η ιδέα
της μεταφοράς του «The Dreamers» στο θέατρο; Υπήρξε κάποια αφορμή, κάποιο
συγκεκριμένο έναυσμα ή πρόκειται για σχέδιο χρόνων;
Κανένα σχέδιο χρόνων
και ούτε σχεδιάζω τι έργο θα ανεβάσω το 2032, κάθε εποχή σου δείχνει με τι και
ποιο έργο της παγκόσμιας ή της ελληνικής δραματολογίας θα πρέπει ίσως να
ασχοληθείς. Στον χειμώνα που πέρασε κυριάρχησαν οι κινητοποιήσεις των
σπουδαστών των δραματικών σχολών για τα πτυχία τους και την εξίσωσή τους με το
απολυτήριο Λυκείου.
Ήταν ένα θέμα για το
μέλλον τόσων παιδιών που αποφάσισαν να αφιερώσουν τη ζωή τους στο θέατρο κι
ό,τι αφορά τις σπουδές γύρω από αυτό. Σκέφτηκα τη δική μου γενιά του ’70 που
έζησε με χίλιες στερήσεις όσον αφορά τα βιβλία, την πληροφόρηση, την έλλειψη
χρημάτων, έτσι θεώρησα ενδιαφέρον αυτή την εποχή που διανύουμε να έρθει στη
σκηνή ενός -διαχρονικά πειραματικού- θεάτρου όπως είναι ο ‘’Φούρνος’’ ο άνεμος
που διαπέρασε το Παρίσι κινητοποιώντας χιλιάδες φοιτητές, με οδηγούς τη
διανόηση της εποχής όπως ο Σαρτρ, ο Φουκώ, ο Ζενέ, η Σιμόν Ντε Μποβουάρ, ο Γκυ
Ντεμπόρ. Να γίνει επίσης αναφορά στη νουβέλ βαγκ -των Ζαν Λυκ Γκοντάρ και
Φρανσουά Τρυφό- που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη διάρκεια του εξεγερμένου Μάη του
’68. Οι νέες παράτολμες ιδέες στην πολιτική του Μάη ζητούσαν επιτακτικά την
εφαρμογή τους, οι κοινωνικές σχέσεις μπήκαν σε αμφισβήτηση, η τέχνη βγήκε στους
δρόμους, οι ηθοποιοί της νουβέλ βαγκ Άννα Καρίνα, Ζαν Πιερ Λεό, ηγήθηκαν
κινητοποιήσεων μαζί με τους σκηνοθέτες τους.
Η ιδέα του Μάη του ’68
που τη μετέφερε και ο Μπερτολούτσι στην ταινία του βασισμένος στο βιβλίο του
Γκιλμπέρ Ανταίρ ‘’Οι Ονειροπόλοι’’ εστιάζοντας ωστόσο στον ερωτισμό μεταξύ των
τριών νέων, ήταν μια ακόμη αφορμή για να ανεβάσω το έργο. Η παράσταση ακολουθεί
το βιβλίο του Ανταίρ και με την αριστοτεχνική πέννα του Ίκαρου Μπαμπασάκη έγινε
οδοιπορικό στο εξεγερμένο Παρίσι καταγράφοντας πολλές από τις πτυχές της εποχής
διασκευάζοντας το κείμενο του συγγραφέα.
Το «The Dreamers» έχει
ιστορική αναφορά στο 1968. 55 χρόνια μετά, τι μπορεί να πει και τι φιλοδοξείτε
να πει στη νεότερη γενιά ανθρώπων το έργο;
Η νέα γενιά αναζητά η
ίδια χωρίς δεσμεύσεις τα δικά της πιστεύω και ιδανικά… μπορεί να αναζητήσει και
να έρθει σε επαφή με τα κείμενα του Γκι Ντεμπόρ στην ‘’Κοινωνία του θεάματος’’
όπως και με ανάλογα κείμενα της εποχής που ανατρέπουν μια σειρά από κατεστημένα
πράγματα δίνοντας το έναυσμα για την ‘’επίθεση στην ουτοπία’’ με τα τραγούδια
του Μπομπ Ντίλαν και του Νιλ Γιανγκ, αλλά και με τον ύμνο των Led Zeppelin
‘’Stairway to heaven’’. Πιστεύω ότι η σημερινή μυστική υπόγεια διαδρομή που
συνδέει με τον Μαη είναι αυτό που κάνει ο Λεξ εκφράζοντας με μελαγχολικά
επαναλαμβανόμενο τρόπο τις διαψεύσεις των ονείρων μιας ολόκληρης γενιάς. Αυτή
είναι κι η διαφοροποίηση του Μάη με το σήμερα, τότε έγινε η ‘’έφοδος στην
ουτοπία’’ με το σύνθημα ‘’πάρτε τις επιθυμίες για πραγματικότητα’’ και αφέθηκαν
στο όνειρο μετά ωστόσο ήρθε η απόλυτη διάψευση που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Πόσο πιστοί επιλέξατε
να είναι στο στιλ και τη ματιά του Γκοντάρ το έργο;
Η σκηνοθεσία
ακολούθησε τη μέθοδο της δεύτερης περιόδου του Γκοντάρ αυτή της στράτευσης και
την επιρροή του από από τη φουτουριστική κινηματογραφική γραφή του Τζίγκα
Βερτόφ, με κολάζ διαφορετικών υλικών από διάφορα είδη θεάτρου αφήγηση, βαριετέ
,θέατρο ντοκουμέντο με αποσπασματικότητα και ασυνέχεια πολύ κοντά στη μέθοδο
των fragments ενός άλλου δημιουργού του Γερμανού συγγραφέα Χάινερ Μύλλερ. Oι
εναλλαγές των σκηνών με jump cuts αλά Γκοντάρ με post punk ανατρεπτικό χιούμορ
οδηγούν την παράσταση σε ένα road movie σε κλειστό χώρο.
Οι τρεις εξαιρετικοί
ηθοποιοί ‘’βουτηγμένοι’’ στις σινεφίλ αναφορές ζουν, αφηγούνται και παριστάνουν
αποσπάσματα από ταινίες της νουβέλ βαγκ, αλλά και μορφές διαφόρων σταρς του
Χόλιγουντ. Ένα μέρος της παράστασης είναι αφιερωμένο στην ουτοπία του Μάη με αναφορές
στα συνθήματα, αλλά και στο κείμενο ‘’Η κοινωνία του θεάματος’’ του εμπνευστή
του Μάη του ’68 Γκυ Ντεμπόρ.
Πόσο επίκαιρα είναι τα
συνθήματα και τα σχέδια της γενιάς του ‘68; Έχουμε την εικόνα μιας Γαλλίας πολύ
λιγότερο επαναστατικής σήμερα. Μήπως ο ατομικισμός και ο κυνισμός έχει
διαρρήξει τη σχέση νιότης και εξέγερσης;
Η κάθε εποχή έχει τα
δικά της συνθήματα. Τα συνθήματα του Μάη είχαν ένα παράφορο ρομαντισμό αυτόν
που αγκάλιασε όλη τη δεκαετία του ’70 και τροφοδότησε την τέχνη με δημιουργούς
όπως το ‘’θέατρο του Ήλιου’’ της Αριάν Μιουσκίν στη Γαλλία, Living Theatre, το
La Mama στην Αμερική που πήραν το μήνυμα από την εξέγερση του Μάη και το
μετέφεραν στο θέατρο. Στη σημερινή πραγματικότητα παρακολουθούμε την επέλαση
του συντηρητισμού που σκορπάει απογοήτευση στους νέους σε ολόκληρη την Ευρώπη
και τα συνθήματα του Μάη του ’68 φαντάζουν ρομαντική ουτοπία. Στη ζοφερή και
πεσιμιστική πραγματικότητα που μας περιβάλλει ‘’μόνο η ποίηση δεν είναι
σκουπίδια’’ θα έγραφε ο Ρομπέρτο Μπολάνιο .
Το εμβόλιμο video στο
οποίο εμφανίζεται ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης τι ρόλο επιτελεί στο όλο
δημιουργικό εγχείρημα;
Ο Ίκαρος είναι
camarade -προσφώνηση του ήρωα του Κολτές στη ‘’Νύχτα πριν από τα δάση’’ το έργο
που ανέβασα στο Φούρνο το ΄92- τον ακολουθώ πολλά χρόνια σε διάφορες
εκδηλώσεις, ποιητικές βραδιές διαβάζοντας ως ηθοποιός ποίηση, πεζογραφία κι
αυτό τον καιρό στις εκδηλώσεις κάθε Κυριακή στη Στέγη Bibliotheque στην πλατεία
Εξαρχείων. Μαζί οργανώσαμε βραδιές στο Beton7 για το Beat generation, για τον
Ουίλιαμ Μπάροουζ και πολλούς άλλους. Είναι ένας ακάματος συλλέκτης
συναισθημάτων, με τον σάκο εκστρατείας γεμάτο από λογοτέχνες που έχει ή
πρόκειται να μεταφράσει, έτοιμος να δεχτεί τη πιο παράτολμη πρόταση για
συνεργασία. Θεωρώ ότι το στιλ και η περσόνα του Ίκαρου λείπουν από το σινεμά
και το θέατρο. Του πρότεινα να παίξει τον πατέρα των δυο ηρώων του έργου έναν
‘’συντηρητικό αναρχικό’’ όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει τον ρόλο του.
Το εγχείρημα της
κινηματογράφησης ανέλαβε η Χλόη Ακριθάκη που είχα μαζί της μια υπέροχη
συνεργασία – η οποία έκανε τη φωτογράφηση και τα βίντεο της παράστασης. Η
συνεργασία μαζί της μου δημιούργησε την αισιοδοξία ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι
με βαθιά κουλτούρα που μπορούν και δουλεύουν ακομπλεξάριστα, με αυτοθυσία
έχοντας μοναδικό στόχο την επιτυχία μιας παράστασης. Θέλω να την ευχαριστήσω
πολύ γι’αυτό.
Τέλος, παραφράζοντας το Σαρτρ σκέφτομαι ότι…’’ναι, η κόλαση είναι οι άλλοι, εκτός από τους αγαπημένους μας φίλους’’.
Πέρης Μιχαηλίδης : «Οι Ονειροπόλοι είναι μια έφοδος στην ουτοπία»
artplay.gr - 18 Δεκεμβρίου 2023 -
Ένα «road movie
κλειστού χώρου», χαρακτηρίζει μιλώντας στο artplay.gr τους «Ονειροπόλους» ο
Πέρης Μιχαηλίδης, παράσταση την οποία βασισμένη πάνω σε μια διασκευή του Ίκαρου
Μπαμπασάκη, σκηνοθετεί στο Θέατρο Φούρνος με τρεις νέους ταλαντούχους
ηθοποιούς, κάθε Δευτέρα και Τρίτη.
«Ο Ίκαρος είναι ένας
σύντροφος, ένας camarade, όπως θα έλεγε ο Κολτές στο «Η νύχτα πριν τα δάση», με
τον οποίο βαδίζουμε μαζί. Του μετέφερα την ιδέα, του κειμένου του Gilbert Adair
που αναφέρεται στον Μάη του 68, με αφορμή την περιήγηση τριών νέων παιδιών στο
εξεγερμένο Παρίσι, τα οποία είναι φανατικοί σινεφίλ, συχνάζουν καθημερινά στην
Ταινιοθήκη της πόλης, παρακολουθώντας ταινίες από την Νουβέλ Βαγκ έως τον τον
παλιό αμερικάνικο κινηματογράφο, αλλά όχι μόνο.
Όλη αυτή η ιστορία που είναι μια συνύπαρξη πολιτικής και φανατικού
πάθους για τον κινηματογράφο, πάντα με ανατρεπτικό χιούμορ, ήταν για μένα η
σκέψη και η πρόταση να φέρουμε στη σκηνή αυτό το κείμενο που επηρέασε το
σενάριο του Μπερτολούτσι ο οποίος ανέβασε την αντίστοιχη ταινία το 2004.
-Πως η παράσταση θα υπερβεί την ταινία;
– «Ο κινηματογράφος
έχει τις τεράστιες δυνατότητες να περιηγείται σε διάφορους χώρους, να
λειτουργεί αποσπασματικά σαν το μοντάζ του Γκοντάρ, αλλά το θέατρο έχει κι αυτό
τις τεράστιες δυνατότητές του, και μάλιστα σε αυτή τη σκηνή του Φούρνου που εγώ
αγαπώ ιδιαίτερα, καθώς έκανα εκεί τις περισσότερες παραστάσεις μου, από το 92 και μετά, η οποία δίνει τη
δυνατότητα να κάνεις ένα road movie κλειστού χώρου. Χώρος έντονος, φορτισμένος
συγκινησιακά, μου δίνει τη δυνατότητα να μεταφέρω αυτήν την έφοδο στην ουτοπία
– όπως ο Μάης του 68- σε ένα μικρό θέατρο κι εκεί ακριβώς, με μυσταγωγικό
τρόπο, όλη αυτήν την ατμόσφαιρα, εκείνης
της εποχής.
Η ταινία του
Μπερτολούτσι έχει κάνει τη δική της διαδρομή. Εστίασε κυρίως στον ερωτισμό των
τριών παιδιών. Η παράσταση που εγώ κάνω στον Φούρνο, κυρίως παρουσιάζει την
κίνηση των τριών παιδιών μέσα στο εξεγερμένο Παρίσι. Τα κείμενα και τα
συνθήματα του Μάη του 68 που θα είναι παρόντα, όλη αυτή η έκρηξη της εποχής που
γέμισε αισιοδοξία και ελπίδα έναν ολόκληρο κόσμο, θα προσπαθήσω να τα μεταφέρω
στη σκηνή, κατασκευάζοντας εικόνες, καθώς το θέατρο έχει επίσης τη δυνατότητα
να φτιάχνει εικόνες τις οποίες εκτιμώ
πολύ».
-Έχεις θητεύσει
άλλωστε και στο φτωχό θέατρο του Γκροτόφσκι!
«Αυτό το θέατρο σου
ανοίγει το δρόμο δια της αφαίρεσης, να μπορέσεις να παρουσιάσεις την καρδιά του
κειμένου και των εικόνων. Αυτή τη μέθοδο δεν την έχω εγκαταλείψει ποτέ. Αγαπώ
απεριόριστα όλα αυτά τα μικρά θέατρα όπου εκεί χτυπά η καρδιά της πραγματικής
τέχνης. Σε αυτό το θέατρο δίνεται η δυνατότητα να ακουστεί το κείμενο της
κοινωνίας του θεάματος του Γκυ Ντεμπόρ και παράλληλα τα κείμενα όλων των
θεωρητικών που στήριξαν τον Μάη του 68, Σαρτρ, Μπλανσό, όλων αυτών των
πνευματικών ανθρώπων και των ηθοποιών, όπως οι Ζαν Πιέρ Λεό, Άννα Καρίνα, και
είναι φορείς αυτής της ουτοπίας, που έκανε όλη την Ευρώπη να δει με ένα άλλο
πνεύμα και να επηρεάσει θέατρα, όπως το Θέατρο του Ήλιου της Αριάν Μνουσκίν, το
La Mama και το Leaving Theatre.
Μια φράση που γνώρισα
μέσα από το κείμενο του Ίκαρου είναι η φράση του Μπολάνιο ως η πιο αισιόδοξη
εκδοχή για αυτό που πολεμήσαμε σε όλη μας τη ζωή: «Μόνο η ποίηση δεν είναι
σκουπίδια», μια φράση που με έχει στοιχειώσει και την επαναλαμβάνω εμμονικά,
μαζί με όλα αυτά τα τραγούδια του Νηλ Γιανγκ και του Μπομπ Ντίλαν και των Let
Zeppelin που είναι όλη αυτή η εποχή της δεκαετίας του 70 στην οποία και ανήκω.
Είμαι πιστός στη
διασκευή που έχει κάνει ο Ίκαρος, προσθέτοντας μόνο στην αισθητική της
παράστασης τη μέθοδο μοντάζ που είχε ο
Γκοντάρ την πρώτη του περίοδο με αυτόν τον πειραματικό χαρακτήρα, με τις
εναλλαγές των σκηνών, τα υλικά που διαδέχονταν το ένα το άλλο με αποσπασματικό
τρόπο, παρεμβολές μουσικών κομματιών που παίζονται στη σκηνή με τρεις
εξαιρετικούς ηθοποιούς, τον Μπάμπη Αθανασόπουλο, τον Δημήτρη Δημάκη αλλά και τη
Βιβή Λέκκα, παρεμβολές που δημιουργούν και την αίσθηση για τα songs του Μπρεχτ,
τα οποία σχολιάζουν τη δράση.
Άλλωστε δεν θα
μπορούσαμε ένα κείμενο με σαφείς πολιτικές αναφορές να μην πλαισιωθεί και με τη
μέθοδο του Μπρεχτ που στηρίζει όλες αυτές τις απόπειρες για να κάνουμε και
πολιτικό θέατρο».
Στην παράσταση που
ανεβαίνει κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 9μμ τα κοστούμια υπογράφει η Δέσποινα
Χειμώνα, τη μουσική σύνθεση ο Δημήτρης Δημάκης, τη φωτογράφιση και το βίντεο η
Χλόη Ακριθάκη, τη χορογραφία η Μαρία Μάργαρη και βοηθός σκηνοθέτη είναι η
Ειρήνη Παραπαρέκη.
Οι ηθοποιοί της παράστασης "The dreamers"
μιλούν στο Theater Stage
την Δεκεμβρίου 27, 2023 - Γιάννης Σεβαστίκογλου
Οι ηθοποιοί Μπάμπης
Αθανασόπουλος, Βιβή Λέκκα και Δημήτρης Δημάκης μιλούν στο Theater Stage για την
παράσταση "The Dreamers (Οι Ονειροπόλοι)" που ανεβαίνει στο Θέατρο
Φούρνος σε σκηνοθεσία του Πέρη Μιχαηλίδη.
Λίγο πριν από τις
γιορτές, κάνατε πρεμιέρα στο Θέατρο Φούρνος με το έργο του Gilbert Adair «The
dreamers». Μιλήστε μας γι’αυτό.
Μπάμπης Αθανασόπουλος:
Πρόκειται για ένα έργο περί πολιτικής, ερωτισμού, πάθους για τον κινηματογράφο,
με ανατρεπτικό χιούμορ, τοποθετημένο στην έκρηξη του γαλλικού Μάη του ’68.Ένας
Αμερικάνος φοιτητής λοιπόν, ο Μάθιου, περνάει το μεγαλύτερο μέρος από τον
ελεύθερο χρόνο του παρακολουθώντας ταινίες στην Ταινιοθήκη της Γαλλίας. Εκεί
γνωρίζει δυο αδέρφια, τον Τεό και την Ιζαμπέλ, και ξεκινάει μαζί τους ένα
περιπετειώδες παιχνίδι υπαρξιακών και σινεφίλ αναζητήσεων, ενώ παράλληλα
συμμετέχουν στην εξέγερση του Μάη του ’68. Όπως και στην ταινία του Bernardo
Bertolucci The Dreamers, που βασίστηκε στο βιβλίο του Gilbert Adair,
παρακολουθούμε το παρασκήνιο του επαναστατικού κινήματος του Μάη που
επικεντρώνεται στη δράση των ηρώων να επιδίδονται σε αναπαραστάσεις σκηνών από
τις αγαπημένες τους ταινίες, καθώς και στις ερωτικές τους αναζητήσεις.
Βιβή Λέκκα: Στο εξεγερμένο Παρίσι τον Μάιο του '68, δύο αδέρφια κι ένας φίλος τους, θα παρασυρθούν από όλον αυτόν τον κοινωνικό αναβρασμό για να ηγηθούν τελικά της δικής τους προσωπικής επανάστασης. Μια επανάσταση χτισμένη από τραγούδια, χορούς, συνθήματα και παιχνίδια. Οι τρεις αυτοί ήρωες του μυθιστορήματος του Gilbert Adair ενηλικιώνονται μες στον "αφρό" των ημερών και των νυχτών εκείνων των γεγονότων που ξεκίνησαν από την Ταινιοθήκη κι απλώθηκαν σε όλο το Παρίσι.
Πείτε μας δύο λόγια
για το ρόλο σας στην παράσταση.
Δημήτρης Δημάκης: Ο ρόλος μου είναι ο Τεό. Ένας νεαρός σινεφίλ, παθιασμένος με τον επαναστατικό αέρα και το καλλιτεχνικό ρεύμα πού επικρατεί σε αυτόν τον τόπο και αυτόν το χρόνο. Είναι έξυπνος, σαρκαστικός και ίσως κάποιες φορές ενοχλητικός!
Πως είναι η συνεργασία
σας με το σκηνοθέτη Πέρη Μιχαηλίδη;
Μπάμπης Αθανασόπουλος: Η συνεργασία μου με τον Πέρη ήταν και συνεχίζει να είναι μία πολύ όμορφη εμπειρία. Είναι πολύ βοηθητικός και υποστηρικτικός σαν σκηνοθέτης αλλά κυρίως σαν άνθρωπος. Εκτιμώ βαθύτατα το χιούμορ του, τις γνώσεις του και όλες τις προσωπικές ιστορίες του που έχει μοιραστεί μαζί μου με αυτή την εξαιρετική ικανότητα του για story telling. Έχω βοηθηθεί απίστευτα πολύ υποκριτικά απλά παρακολουθώντας τον. Ήταν πολύ ευτυχές γεγονός το ότι συνεργάστηκα με αυτόν τον άνθρωπο σαν πρωτοεμφανιζόμενος ηθοποιός.
Αν έπρεπε να επιλέξετε
μια ταινία ώστε να την αναπαραστήσετε ποια θα ήταν αυτή;
Τι θέλετε να
αποκομίσει ο θεατής φεύγοντας από την παράσταση σας;
Μπάμπης Αθανασόπουλος: Σαν ηθοποιός αυτό που ιδανικά θα ήθελα να συμβαίνει είναι να ψυχαγωγείται το κοινό μας από την αρχή μέχρι και το τέλος της παράστασης. Η παράσταση εμπεριέχει διάφορες σινεφίλ αναφορές και περιστρέφεται κυρίως γύρω από τα γεγονότα του Μάη του 68.Το τι θα αποκομίσει στο τέλος της παράστασης ο θεατής νομίζω είναι προσωπική επιλογή του.
Δημήτρης Δημάκης: Κατ'αρχάς να μάθει ίσως κάποια πράγματα σε σχέση με τα γεγονότα του Μάη, που ούτε εμείς γνωρίζαμε πριν καταπιαστούμε με αυτό το έργο και δεύτερον να πάρει ψήγματα από το καλλιτεχνικό πλαίσιο του τότε, τη μουσική της εποχής, το σινεμά της εποχής κτλ...
Βιβή Λέκκα: Να αναρωτηθεί αν τα μηνύματα της τότε εποχής θα μπορούσαν να υπάρξουν και σήμερα.
Εκτός από το Θέατρο
Φούρνος θα σας βρούμε κάπου αλλού αυτή την εποχή η στο άμεσο μέλλον;
Μπάμπης Αθανασόπουλος: Αυτό το κρατάω για έκπληξη.
Δημήτρης Δημάκης: Σύντομα ξεκινάω πρόβες για δύο θεατρικές δουλειές που θα γίνουν αρχές του 2024, αλλά δεν μπορώ να μιλήσω ακόμα για αυτές.
Βιβή Λέκκα: Είμαι εντελώς αφοσιωμένη στην παράσταση αυτή. Σε ό,τι αφορά το μέλλον γίνονται κάποιες συζητήσεις οι οποίες δεν έχουν καταλήξει κάπου ακόμη.
Η επιλογή της εβδομάδας: «The Dreamers» του Gilbert Adair στο Θέατρο Φούρνος
all4fun.gr - ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΠΕΠΠΑ - 01 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2024
Παρίσι, Άνοιξη 1968…
Θορυβώδες,
μυστηριώδες, καλλιτεχνικό, ερωτικό…
Δύο δίδυμα αδέρφια κι
ένας Αμερικανός φοιτητής εμπλέκονται σ’ ένα περίεργο τρίο, κοινωνικών,
προσωπικών, σεξουαλικών αναζητήσεων. Η εμμονή τους με τον κινηματογράφο και
ειδικά με τη Cinémathèque Française (που εκείνη την εποχή έφερε άλλον αέρα στην
Τέχνη), τους οδηγεί σε καθημερινές υπερβολές, έως την απόλυτη εθιστική μορφή .
να ακολουθούν αχόρταγα κι ασταμάτητα τη μαγεία των εικόνων.
Όταν η γαλλική
κυβέρνηση διατάσσει το κλείσιμο του κινηματογράφου, οι τρεις νέοι – αρνούμενοι
να συμμορφωθούν – αποσύρονται σταδιακά σ΄ έναν
δικό τους κόσμο, όπου
τα ερωτικά παιχνίδια, οι αισθηματικές δοκιμασίες και η προσωπική ταπείνωση,
τους οδηγούν με ιλιγγιώδη ταχύτητα σε ελεύθερη πτώση και αναπόφευκτα στην
απόλυτη décadence.
Πολύ συνοπτικά, ο
Σκωτσέζος συγγραφέας και ποιητής Gilbert Adair παρουσιάζει μέσα από το έργο του
μία εστιασμένη μελέτη της ανθρώπινης συμπεριφοράς, στο πλαίσιο μια ανώριμης
τριγωνικής σχέσης, όπου κυριαρχεί ο διεστραμμένος ερωτισμός και οι σεξουαλικές
εμμονές.
Ο σκηνοθέτης Πέρης
Μιχαηλίδης επιλέγει, πάντως, μια πιο light εκδοχή και δεν υπεισέρχεται σε
σκανδαλώδεις περιγραφές κι αποτυπώσεις. Ως ένας ιδιαίτερα ευγενής άνθρωπος και
χαρακτήρας αποφεύγει τεχνηέντως τα τραγικά γεγονότα (εκτονώνοντας το ομιχλώδες
εθνικό σκηνικό) κι εστιάζει στο μικρόκοσμο των τριών πρωταγωνιστών, που
βρίσκονται ήδη σε προχωρημένη ηθική αποσύνθεση. Με ευαισθησία, όμως, κι
ενσυναίσθηση στον παραμυθένιο κόσμο των τριών αυτών παιδιών. Και προφανώς
επιλέγει να κινηθεί κόντρα στις προθέσεις του Adair, που αναμφισβήτητα ήθελε να
σοκάρει με το έργο του.
Την παράσταση κερδίζει
η Βιβή Λέκκα, στο ρόλο της αδιανόητα αυθόρμητης και παρορμητικής Ιζαμπέλ.
Σαγηνευτική και γεμάτη αυτοπεποίθηση είναι βέβαιο ότι είναι ο πιο ισχυρός
χαρακτήρας της τριάδας και η πιο χειριστική. Όμως μ΄ έναν πιο παιδιάστικο
τρόπο.
Ο Δημήτρης Δημάκης
είναι ένας χαριτωμένος Τεό, που αφήνει τον ενθουσιασμό του για την Τέχνη να τον
οδηγήσει στο πάθος και την ελαφρώς ανοησία της νεολαίας στη μετ-εφηβεία,
εκθέτοντας διαρκώς τον εαυτό του στον κίνδυνο της παρακμιακής ζωής και της
περιθωριοποίησης. Τέλος, ο Μπάμπης Αθανασόπουλος έπαιξε με επιτυχία τον γεμάτο
αθωότητα και αφελή ιδεαλισμό Μάθιου, που μετέφερε στο Παρίσι τον επαρχιώτικο
αέρα της πατρίδας του. Έδειξε απελπιστική αφοσίωση στα δίδυμα κι αυτή η
παθητική προθυμία του, τον παρέσυρε στην εξασθένιση της δική του ηθικής
ακεραιότητας.
Μου άρεσε πολύ το
αφαιρετικό σκηνικό του θεάτρου. Άλλωστε δεν χρειαζόταν τίποτα περισσότερο, αφού
οι πέτρινοι τοίχοι μου θύμιζαν Παριζιάνικο λιθόστρωτο σοκάκι. Και υπέροχη η
χρήση φωτισμού και σκιών, που προσέθεσαν στην ατμόσφαιρα και στα ήδη οργισμένα
νιάτα αυτό το αίσθημα της απειλής και της επιθετικότητας.
Η δε επιλογή των
μουσικών ακουσμάτων (Zeppelin, Dylan, Young, Orbison, Joplin, κλπ.), μας
συνόδευσε – από το φουαγιέ – καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Κι ενίοτε και
με προσωπική συμμετοχή των δύο αγοριών, με τις κιθάρες τους.
Όλη η παράσταση
αποτέλεσε μια νοσταλγική αναφορά στους ταραχώδεις μήνες του ‘68, που – παρ΄ όλη
τη σκληρότητά τους – καθόρισαν μία ολόκληρη γενιά ανθρώπων, σ΄ όλο τον κόσμο.
Από αυτά που διάβασα για το έργο, είναι κάτι το μοναδικό και δε θυμίζει κανένα
άλλο βιβλίο της βρετανικής λογοτεχνίας.
Και δεν είναι τυχαίο
ότι αυτό το έργο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον έναν και μοναδικό
Μπερνάρντο Μπερτολούτσι.
Εξαιρετική επιλογή για
το Δευτερότριτό σας!
Ταυτότητα της παράστασης:
Συγγραφέας: Gilbert Adair
Μετάφραση - Διασκευή: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Σκηνοθεσία: Πέρης Μιχαηλίδης
Κοστούμια: Δέσποινα Χειμώνα
Μουσική σύνθεση: Δημήτρης Δημάκης
Φωτογράφιση - Βίντεο: Χλόη Ακριθάκη
Χορογραφία: Μαρία Μάργαρη
Βοηθός σκηνοθέτη: Ειρήνη Παραπαρέκη
Επικοινωνία: Νατάσα Παππά
Ευχαριστούμε τον φίλο Γιώργο Αντύπα για τη στήριξή του, την Αιμιλία Βασιλακάκη και την ΑΜΚΕ «Αντιγόνη», την Ντοντό και τον Μάνθο Σαντοριναίο, τη Βαλέρια Χριστοδουλίδου και τον Σπύρο Αραβοσιτά για τη συμβολή τους στην πραγματοποίηση αυτής της παράστασης.
Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί: Μπάμπης Αθανασόπουλος, Βιβή Λέκκα, Δημήτρης Δημάκης
Στο βίντεο παίζει ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πληροφορίες:
Θέατρο Φούρνος
Μαυρομιχάλη 168, Νεάπολη Εξαρχείων, 114 72 Αθήνα
Χάρτης: https://goo.gl/maps/brP2QqXJbUZ4QsXXA
Τηλέφωνο: 2106460748
E-mail: info@fournos-culture.gr
Site: www.fournos-culture.gr
Facebook page: www.facebook.com/fournostheatre
Instagram account: www.instagram.com/fournos_theatre
Από τη Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023, για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων, έως την Τρίτη 06 Φεβρουαρίου 2024
Ημέρες και ώρα παραστάσεων: Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00
Τιμές εισιτηρίων:
- 12 ευρώ (κανονικό)
- 10 ευρώ (φοιτητικό, ανέργων, άνω των 65 ετών)
- 08 ευρώ (ατέλειες)
Προπώληση εισιτηρίων: www.more.com/theater/the-dreamers
Διάρκεια: 50 λεπτά
Face Control / Πέρης Μιχαηλίδης
Ο Πέρης Μιχαηλίδης έχει εξελιχθεί σε
έναν κομάντο του θεατρικού σύμπαντος, στήνοντας παραστάσεις που λειτουργούν σαν
εμπρηστική κριτική των σύγχρονων καιρών και του γενικευμένου χάους, όπως έπραξε
με την άτυπη τριλογία του «Πρώτος Έρωτας» (Σάμιουελ Μπέκετ), «Μπετόν» (Τόμας
Μπέρνχαρντ), και «Πείνα» (Κνουτ Χάμσουν), εμπλέκοντας πάντα τον μυθιστορηματικό
λόγο με τη μουσική, άλλοτε των Joy Division και άλλοτε του Λούντβιχ βαν
Μπετόβεν, και τώρα, στο «Dreamers / Ονειροπόλοι» (Δευτερότριτα στο Θέατρο
Φούρνος) χρησιμοποιεί ιδιοφυώς τραγούδια του Μπομπ Ντύλαν, του Έρικ Κλάπτον,
και του Τζίμι Χέντριξ για εξάρει το πνεύμα της εξέγερσης και την εξέγερση του
πνεύματος που ήταν ο παρισινός Μάης του 68.
[Δημοσιεύτηκε στο Documento από τον Γιώργο- Ίκαρο Μπαμπασάκη ]
Φωτ.:
Άσπα Κουλύρα / Olafaq
ΆΝΘΡΩΠΟΙ
Ο
Πέρης Μιχαηλίδης είναι ένας από τους τελευταίους αυθεντικά ερωτικούς ηθοποιούς
της Ελλάδας
Όταν
ανεβαίνει στην σκηνή, έχει έναν ολόδικό του τρόπο να υποβάλει τον σεβασμό.
Αλλά, και κάτω από αυτήν, ως σκηνοθέτης, γνωρίζει καλά το παιχνίδι της σαγήνης
και της αλήθειας.
Γεωργία
Δρακάκη
31.01.2024
Α,ο Πέρης Μιχαηλίδης: από την Αλεξάνδρεια
της Αιγύπτου, στην Θεσσαλονίκη κι έπειτα στο Παγκράτι και στον κόσμο. Δεν μπορώ
να ξεχάσω την περπατησιά του στη σκηνή του θεάτρου Μικρό Χορν πριν από μερικά
χρόνια, όταν, μαζί με την Ρούλα Πατεράκη έδιναν ιερή σάρκα και θεία οστά στους
ήρωες του έργου του Καμπανέλλη «Ο Δρόμος Περνά Από Μέσα», σε σκηνοθεσία Χρήστου
Σουγάρη. Τώρα, τον βλέπω να περπατά στον Κεραμεικό, μαζί με την φωτογράφο μας,
την Άσπα Κουλύρα, να σταματά σε ένα συνεργείο, να φωτογραφίζεται σα να
βρίσκεται στο φυσικό του περιβάλλον. Μετά τα κλικ, η κουβέντα μας. Μα τι
κουβέντα με αυτόν τον άνθρωπο να στριμωχτεί στο πλαίσιο μιας συνέντευξης;
Αναγκαστικά, ερωτήσεις εν είδει σημείων αναφοράς: το θέατρο, οι σταθμοί της
ζωής του, όσα τον κάνουν να ραγίζει, τα μελλοντικά σχέδια ή όνειρά του. Κάπως
έτσι. Από τον Δεκέμβριο, ο Πέρης Μιχαηλίδης, έχοντας συμπράξει με τον
Γιώργο-Ίκαρο Μπαμπασάκη (ο οποίος μετέφρασε) παρουσιάζει στο Θέατρο Φούρνος την
παράσταση του έργου «The Dreamers» (Οι Ονειροπόλοι) του Gilbert Adair.
Πρόκειται για ένα έργο περί πολιτικής, ερωτισμού, πάθους για τον κινηματογράφο,
με ανατρεπτικό χιούμορ, τοποθετημένο στην έκρηξη του γαλλικού Μάη του ’68. Ο
Πέρης Μιχαηλίδης σκηνοθετεί τρεις νέους, ταλαντούχους ηθοποιούς-αυτό, η επαφή
με τα νέα παιδιά, το νέο αίμα, είναι η καλύτερή του. Με γοητεύει απίστευτα ο
τρόπος ομιλίας του, το βλέμμα του, το οξύ του χιούμορ, όσα μου εκμυστηρεύεται,
κυρίως ότι γι’ αυτόν η ζωή που ζει και η ζωή που παίζει/σκηνοθετεί είναι μία,
αδιαίρετη και ενιαία. Η σιωπή που έπεται της αποχώρησής του από το
ραντεβού μας, μετά από 45 λεπτά συζήτησης, έχει βάρος και με γεμίζει σκέψεις
και αναθυμιάσεις των όσων μόλις άκουσα από εκείνον.
Δεν πρόκειται να εξηγήσω εδώ πέρα τι εννοώ αποκαλώντας
τον Πέρη Μιχαηλίδη ερωτικό, και μάλιστα, έναν από τους τελευταίους ερωτικούς
ηθοποιούς: εκατό άλλα επίθετα θα ταίριαζαν άριστα και, μάλιστα, δεν θα
χρειάζονταν εξηγήσεις, να, όπως ”ιδιοσυγκρασιακός”, ”εκφραστικός”,
”ευαίσθητος”, ”ευφυής”, ”παθιασμένος”. Όμως, το ερωτικός τα χωρά και,
ταυτόχρονα, τα υπερσκελίζει όλα εκείνα. Και κάποτε, μετά από πολλά πολλά
χρόνια, θα είναι ζητούμενο που φοβάμαι ότι δύσκολα θα κατακτιέται από τους
καλλιτέχνες του ορθολογικοποιημένου, τεχνικού και προγραμματισμένου μέλλοντός
μας. Πόσες υπερβάσεις να καταφέρει, πια, κι αυτό το θέατρο αν οι άνθρωποί του,
πρώτα, δεν τις υπερασπίζονται ψυχή τε και σώματι;
Τέλος με τους προλόγους. Συνέντευξη, τώρα. Κι έπειτα,
παράσταση. Στο Θέατρο Φούρνος-λίγες απομένουν για τους Dreamers, που διαθέτουν
Αίμα και Πνεύμα, εφάμιλλα με αυτά του σκηνοθέτη τους. Τουλάχιστον. (Ε, κι αν
δεν είστε του θεάτρου -φευ!- συντονιστείτε στο Mega και απολαύστε τον Πέρη
Μιχαηλίδη στον κόντρα ρόλο ενός στιβαρού πλοιοκτήτη στο σήριαλ Ναυάγιο).
Φωτ.: Άσπα Κουλύρα / Olafaq
– Το 2023, σχεδόν δέκα χρόνια μετά τον αγώνα αυτόν που
λέτε, επιστρέψατε σε ένα υπέροχο, μικρό θέατρο, με την δική του ιστορία: το
αγαπημένο θέατρο Φούρνος στην Μαυρομιχάλη.
Πράγματι. Κι από εκεί είχα ξεκινήσει παραστάσεις με το
”Θέατρο Μηχανή” την Αστική μη Κερδοσκοπική που είχα, πριν από πολλά χρόνια,
περίπου τριάντα. Γι’ αυτό μου άρεσεΤώρα, παρουσιάζουμε τους Dreamers, μια
παράσταση σινεφίλ, όπως μου αρέσει να λέω. Το χειμώνα που μας πέρασε βρέθηκα
έξω από το Εθνικό θέατρο κτήριο του Τσίλλερ, κατειλημμένο από τους σπουδαστές
των δραματικών σχολών που διαμαρτύρονταν για την εξίσωση των πτυχίων μας με τα
πτυχία της Γ’ Λυκείου. Με συγκίνησε αυτό το πράγμα: οι μουσικές τους, τα ποιήματα
που διάβαζαν, η προσπάθειά τους αυτή, το πάθος τους. Έτσι, οραματίστηκα να
φέρω, μαζί με νέα παιδιά, νέους ηθοποιούς, στη σκηνή ενός θεάτρου την ελπίδα
μιας ολόκληρης γενιάς που εκφράστηκε με τον Μάη του ’68. Σε αυτήν την
παράσταση, αποτυπώνεται έντονα η αγάπη μου για το σινεμά του Μπερτολούτσι. Η
παράσταση είναι επηρεασμένη από την ομώνυμη ταινία, αλλά ακουμπάει, θα έλεγα,
περισσότερο στο κείμενο του Gilbert Adair. Η κοινωνική ανισότητα και η αγωνία
των νέων δεν παύει να είναι θέμα διαχρονικό, αλλά δυστυχώς, είναι έντονα
επίκαιρο σήμερα.
– Έχει καταρρεύσει σήμερα η επαναστατικότητα, λέτε; Μου φαίνεται πως έχουν τελειώσει προ πολλού οι επαναστάσεις δρόμου και πως, ο αγώνας, έχει μεταφερθεί σε μικρότερες κλίμακες, χωρά σε μικρότερα κύτταρα. Επαναστάσεις δωματίου, θα μπορούσαμε να πούμε.
Μιλώντας με τους πρωταγωνιστές
του «The Dreamers»
Τι ήταν αυτό που κέντρισε
το ενδιαφέρον τους σε έργο και χαρακτήρες και τους έπεισε να συμμετάσχουν σε
αυτό;
Μπάμπης Αθανασόπουλος: Η συνύπαρξη μουσικής
τραγουδιού και υποκριτικής, οι οποίες δίνουν την δυνατότητα στους χαρακτήρες να
αποκτήσουν μια θεατρική διάσταση και να ξεφύγουν από την αισθητική του
Μπερτολούτσι η οποία έχει καθορίσει θα έλεγα αυτό το έργο και τους ήρωες. Ήταν
και είναι ένα δύσκολο εγχείρημα το οποίο όμως μου κέντρισε το
ενδιαφέρον και με έκανε να θέλω να συμμετέχω.
Δημήτρης Δημάκης: Πρώτα απ' όλα με ενδιέφερε η συνεργασία με τον Πέρη
Μιχαηλίδη και τους συναδέλφους. Όσον αφορά το έργο, η δεκαετία του '60 σε
γενικότερο επίπεδο είναι κάτι πού με ενδιαφέρει πάρα πολύ και ψάχνω από πολύ
μικρός
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση για τον καθέναν σε ατομικό
επίπεδο κατά τη διάρκεια της παράστασης στο πλαίσιο της αναπαράστασης της
εποχής;
ΜΑ: Νομίζω πως δεν είχα ποτέ στο μυαλό μου ότι ο χαρακτήρας
μου αναπαριστά η βρίσκεται σε κάποια συγκεκριμένη εποχή. Παρότι το έργο
αναφέρεται, έχει γραφτεί και προβάλλει τα γεγονότα μιας συγκεκριμένης εποχής
προσπάθησα να ζωντανέψω έναν Μάθιου που βρίσκεται κάπου εκεί έξω στο σήμερα.
Έναν σινεφίλ νέο που λατρεύει τις ταινίες εκείνης της εποχής που θα ήθελε
να έχει γεννηθεί στα μέσα του προηγούμενου αιώνα και προσπαθεί να ζήσει τη
ζωή του σαν να βρισκόταν σε εκείνη την εποχή.
Αυτό που με δυσκόλεψε ήταν το να μπω εγώ ο ίδιος στη
διαδικασία να παρακολουθήσω πολλές από τις ταινίες που αναφέρονται στο έργο και
να βρω ένα μέσο, έναν τρόπο, ένα κάτι τέλος πάντων που να με συνδέει με αυτές.
ΒΛ: Καταρχάς η μεγαλύτερη μου πρόκληση είναι η ίδια η παράσταση εξ
ολοκλήρου καθώς πρόκειται για το ντεμπούτο μου στο θέατρο. Αμέσως μετά, το να
μπορέσω να αναπαραστήσω στη σκηνή όλο αυτό που λέμε ''Μάης του '68"
. Σινεμά, επανάσταση, μουσική, έρωτας.
ΔΔ:.Νομίζω πώς το δυσκολότερο είναι η απόδοση της μποέμικης και ανάλαφρης αίσθησης, της φινέτσας που χαρακτήριζε την περιοχή και την εποχή. Εδώ είναι Βαλκάνια! Δεν ξέρουμε απ' αυτά..
Πόσο δύσκολη ή εύκολη,
ευχάριστη η απαιτητική ήταν η διαχείριση του μουσικού σκέλους της παράστασης;
ΜΑ: Το μουσικό σκέλος της παράστασης όπως και προανέφερα ήταν
ένας τεράστιος λόγος που με έκανε να θελω να συμμετέχω σε αυτή τη παράσταση. Με
τον Δημήτρη Δημάκη που έγραψε τη μουσική για αυτή τη παράσταση και υποδύεται το
ρόλο του Τεό και με την Βιβή Λέκκα που υποδύεται την Ιζαμπέλ περάσαμε όμορφες
στιγμές προβάροντας τα μουσικά κομμάτια και μέσα από τα μουσικά κομμάτια κατά
κάποιο τρόπο και κατά την ταπεινή άποψή μου ωρίμασε και η σκηνική/θεατρική
σχέση των τριών ηρώων.
ΒΛ: Πολύ ευχάριστη αλλά ταυτόχρονα και απαιτητική με σκοπό να
καταφέρω να ανταποκριθώ με συνέπεια στα μουσικά μέρη της παράστασης.
ΔΔ: Ως υπεύθυνος σε ό,τι αφορά το μουσικό κομμάτι, νομίζω πως
δεν είμαι ο κατάλληλος να απαντήσω! Σίγουρα το χάρηκα όμως!
55 χρόνια μετά τον Μάη τι κοινό βρίσκουν να έχουν με τους νέους
εκείνης της εποχής στο σήμερα; Ποια είναι η επανάσταση που απαιτείται σήμερα;
ΜΑ: Ανάγκη
για ελεύθερη έκφραση, ανάγκη για ποιοτική
ζωή, ανάγκη για ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΣΠΟΥΔΩΝ.Η επανάσταση που απαιτείται
σήμερα για μένα είναι η προσωπική επανάσταση. Το προσωπικό. Έτσι το λέω εγώ. Χαίρομαι
να γνωρίζω άτομα που μοιράζονται προσωπικές σκέψεις και ζουν με
προσωπικό τρόπο. Με έναν ειλικρινή προς τον εαυτό
τους τρόπο. Να γίνουμε τα άτομα που θέλουμε να γίνουμε, χωρίς
να επιτρέπουμε να εισχωρούν μέσα μας και να μας αλλοιώνουν τα
σχόλια των άλλων και κυρίως χωρίς να κρίνουμε τον εαυτό μας. Ο Καζαντζίδης
είναι ο μεγαλύτερος και καλύτερος Έλληνας τραγουδιστής που υπήρξε ποτέ. Ήταν
και το 68 και συνεχίζει να είναι και το 2023.
ΒΛ: Το πάθος και η ορμή για διεκδίκηση είναι κάτι το οποίο με
χαρακτηρίζει από μικρή. Είναι γνωρίσματα τα οποία υπήρχαν πολύ τότε. Τους
έβλεπες όλους να παθιάζονται και να ορμούν ξέφρενοι στους δρόμους. Να
διεκδικούν αυτά που τους ανήκουν. Είμαι της γνώμης ότι πρώτα πρέπει να
αντιληφθούμε τι σημαίνει η λέξη "επανάσταση" . Στο σήμερα φαντάζει
ιδιαίτερα ουτοπική. Θεωρώ πως χρειάζεται ολική επανεκκίνηση σε όλους τους
τομείς.
ΔΔ: Όλα είναι κοινά! Τις ίδιες ανησυχίες που είχαν οι νέοι τότε,
έχουν και τώρα. Το πολιτικό σύστημα και γενικά, η λογική και η νοοτροπία στην
Ευρώπη δεν έχει αλλάξει καθόλου. Επανάσταση είναι η προσωπική εξέλιξη, ό,τι
μπορεί να σημαίνει αυτό για τον καθένα. Όλα τ' άλλα θα τα βρούμε!